Τι ισχύει για τις ειδικές φοβίες
Ειδικές μεμονωμένες φοβίες, ICD-10 F40.2
Οι φοβίες αυτές περιορίζονται σε εξαιρετικά ειδικές συνθήκες, όπως η προσέγγιση συγκεκριμένων ζώων, τα ύψη, οι κεραυνοί, το σκοτάδι, η πτήση με αεροπλάνο, οι κλειστοί χώροι, η ούρηση ή η αφόδευση σε δημόσια αποχωρητήρια, η βρώση ορισμένων τροφών, η επίσκεψη στον οδοντίατρο, η θέα αίματος ή τραυματισμού και ο φόβος έκθεσης σε ορισμένες ασθένειες.
Μολονότι η συνθήκη, η οποία πυροδοτεί τη φοβία είναι συγκεκριμένη, η επαφή με αυτήν, μπορεί να προκαλέσει πανικό, όπως συμβαίνει στην αγοραφοβία ή στις κοινωνικές φοβίες.
Οι ειδικές φοβίες, συνήθως, αρχίζουν στην παιδική ηλικία ή στην πρώτη περίοδο της ενήλικης ζωής και είναι δυνατόν να επιμένουν για δεκαετίες, εάν παραμείνουν, χωρίς θεραπεία. Η σοβαρότητα της μειονεξίας που προκύπτει εξαρτάται από το πόσο εύκολο είναι για τον ασθενή να αποφύγει τη φοβική συνθήκη. Σε αντίθεση προς την αγοραφοβία, ο φόβος που συνδέεται με τη φοβική συνθήκη στην ειδική φοβία τείνει να εμφανίζει διακυμάνσεις.
Συνήθη αντικείμενα νοσοφοβίας είναι οι επιπτώσεις από ακτινοβολία, οι αφροδίσιες λοιμώξεις, ο καρκίνος και πιο πρόσφατα το AIDS.
Οδηγίες για τη διάγνωση των φοβιών
Όλα τα παρακάτω πρέπει να πληρούνται για την οριστική διάγνωση των ειδικών μεμονωμένων φοβιών:
- Τα ψυχολογικά ή νευροφυτικά συμπτώματα πρέπει να είναι πρωτογενείς εκδηλώσεις άγχους και όχι δευτερογενή σε άλλα συμπτώματα, όπως οι παραληρητικές ιδέες ή οι ιδεοληψίες.
- Το άγχος πρέπει να περιορίζεται στην παρουσία συγκεκριμένου φοβικού αντικειμένου ή συνθήκης.
- Η φοβική συνθήκη αποφεύγεται, οποτεδήποτε είναι δυνατόν.
Στις ειδικές μεμονωμένες φοβίες, περιλαμβάνονται:
- Υπνοφοβία
- Φοβίες ζώων
- Κλειστοφοβία
- Φοβία εξετάσεων
- Απλή φοβία
Διαφορική διάγνωση ειδικών φοβιών
Σε αντίθεση με την αγοροφοβία και τις κοινωνικές φοβίες, συνήθως, δεν υπάρχουν άλλα ψυχιατρικά συμπτώματα. Οι φοβίες αίματος ή τραυματισμού διαφέρουν από τις άλλες κατά το ότι προκαλούν βραδυκαρδία και μερικές φορές, συγκοπτικές κρίσεις, παρά ταχυκαρδία.
Οι φόβοι ειδικών νόσων, όπως καρκίνου, καρδιακής νόσου ή αφροδίσιου νοσήματος, πρέπει να ταξινομούνται στην κατηγορία της υποχονδριακής διαταραχής (F45.2), εκτός εάν σχετίζονται με ειδικές συνθήκες, κατά τις οποίες η νόσος μπορεί να προκληθεί ή να μεταδοθεί.
Εάν η πεποίθηση της νόσου φθάνει σε παραληρητικά επίπεδα, η διάγνωση πρέπει να είναι εκείνη της παραληρητικής διαταραχής (F22.0).
Άτομα πεπεισμένα ότι έχουν ανωμαλία ή δυσμορφία συγκεκριμένου μέρους του σώματος (συνήθως του προσώπου) η οποία αντικειμενικά δεν μπορεί να γίνει αντιληπτή από τους άλλους (ονομάζεται δυσμορφοβία) πρέπει να ταξινομούνται στην υποχονδριακή διαταραχή (F45.2) ή στην παραληρητική διαταραχή (F22.0), αναλόγως της έντασης και της επιμονής της συνείδησης που τις συνοδεύει.
Διαβάστε, επίσης,
Αντιμετωπίστε τις φοβίες σας χωρίς χάπια
www.emedi.gr