Κυριακή, 20 Απριλίου, 2025

Ιογενείς ηπατίτιδες

Πολύ χρήσιμες πληροφορίες για τις ιογενείς ηπατίτιδες

Οι ιογενείς ηπατίτιδες, ICD-10 B15-B19, προσβάλλουν μεγάλο μέρος του πληθυσμού, αποτελούν ως ένα βαθμό τον καθρέπτη του βιοτικού επιπέδου ενός πληθυσμού, μεταδίδονται από άνθρωπο σε άνθρωπο, απαιτούν μακροχρόνια θεραπεία και έχουν σημαντικές και μακροχρόνιες επιπτώσεις στην υγεία.

Ηπατίτιδα είναι η φλεγμονή και νέκρωση του συκωτιού. Η ηπατίτιδα μπορεί να προκληθεί από πολλά αίτια, όπως ιούς, τοξίνες και φάρμακα.

Οι ιογενείς ηπατίτιδες είναι ομάδα συστηματικών λοιμώξεων που προσβάλλουν το ήπαρ, με κοινές κλινικές εκδηλώσεις, που οφείλονται όμως, σε διαφορετικούς ιούς με τυπικά καθορισμένα επιδημιολογικά πρότυπα: ηπατίτιδα Α (HAV), ηπατίτιδα Β (HBV), ηπατίτιδα C (HCV), ηπατίτιδα Ε (HEV).

Επηρεάζεται το πεπτικό σύστημα.

Η HAV εμφανίζεται σε όλες τις ηλικίες και σπάνια στα βρέφη. Η επιρρέπεια αυξάνεται ανάλογα με την ηλικία.

Η κεραυνοβόλος λοίμωξη από HBV παρατηρείται, κυρίως στους άνδρες, σε αναλογία άνδρες:γυναίκες 2:1.


Αίτια ιογενών ηπατίτιδων

Οι πιο γνωστοί ιοί ηπατίτιδας είναι η ηπατίτιδα A, B, C, D & E. Όταν κάποιος από αυτούς τους ιούς εισέλθει στο ανθρώπινο σώμα μεταφέρεται με την κυκλοφορία του αίματος, σχεδόν αποκλειστικά στο συκώτι και προκαλεί φλεγμονή του οργάνου, δηλαδή ηπατίτιδα. Εκτός, από αυτούς τους ιούς υπάρχουν και άλλοι ιοί που δεν προσβάλλουν αποκλειστικά το συκώτι, αλλά μπορεί να προσβάλλουν ταυτόχρονα και άλλα όργανα και χαρακτηρίζονται ως ηπατομιμητιδικοί.

Μπορεί να υπάρχει ταυτόχρονη λοίμωξη με περισσότερους από έναν ιούς.

Οι HAV & HEV μεταδίδονται με την εντερική οδό ή κοπρανοστοματική και με τις μολυσμένες τροφές και η παρεντερική οδός είναι σπάνια. Η μέγιστη μολυσματικότητα στην αποβολή των κοπράνων παρατηρείται 2 εβδομάδες πριν την εμφάνιση του ικτέρου. Μπορεί να είναι και ενδημικές σε ιδρύματα.

O HBV μεταδίδεται σεξουαλικά, με μολυσμένο αίμα ή προϊόντα αίματος, περιγεννητικά και με την κοπρανοστοματική οδό. Η επιμόλυνση, αναμόλυνση ή χρόνια λοίμωξη με HDV αυξάνει σημαντικά τη βαρύτητα, νοσηρότητα και θνητότητα της ηπατίτιδας Β. O HDV ανευρίσκεται μόνο με λοίμωξη από HBV.

O HCV μεταδίδεται με μεταγγίσεις αίματος ή άλλη έκθεση σε μολυσμένο αίμα και τα παράγωγά του, για παράδειγμα ασθενείς με αιμορροφιλία που λαμβάνουν συμπυκνωμένους παράγοντες VIII ή IX, ασθενείς σε αιμοδιάλυση, ενώ στο 30% είναι άγνωστος ο τρόπος μετάδοσης.


Συμπτώματα ιογενών ηπατίτιδων

Τα συμπτώματα εξαρτώνται από το στάδιο της ηπατίτιδας.

Είναι κοινά για τους διάφορους ιογενείς παράγοντες και η βαρύτητα εξαρτάται σε κάποιο βαθμό από τον υπεύθυνο παράγοντα.

Πυρετός (60%) ασυνήθης σε HBV & HCV.

Κακουχία (67%)

Ναυτία (80%)

Ανορεξία (54%)

Βαθυχρωματικά ούρα (84%)

Ίκτερος (62%)

Σκοτεινόχρωμα ούρα (84%)

Κοιλιακό άλγος (56%)

Κεφαλαλγία

Μηνιγγισμός

Στα2/3 λοιμώξεων από HCV δεν εμφανίζεται ίκτερος και υπάρχουν ήπια συμπτώματα

Οι φάσεις της ηπατίτιδας είναι η οξεία και η χρόνια που καταλήγει σε κίρρωση.

-Οξεία ηπατίτιδα

Αναπτύσσεται σε λίγες εβδομάδες ή λίγους μήνες μετά την είσοδο του ιού στο ανθρώπινο σώμα.

Οξεία ηπατίτιδα προκαλούν όλοι οι ιοί της ηπατίτιδας.

Μπορεί να μοιάζει με απλή ίωση.

  • Έντονη αδυναμία
  • Καταβολή δυνάμεων
  • Ανορεξία
  • Ναυτία
  • Έμετος
  • Μυαλγίες
  • Αίσθημα βάρους στο δεξιό υποχόνδριο
  • Αρθραλγίες
  • Πυρετός
  • Αποστροφή στο κάπνισμα
  • Ίκτερος 
  • Σκοτεινόχρωμα ούρα σαν κονιάκ

Σε κεραυνοβόλο οξεία ηπατίτιδα (<2%) υπάρχει υψηλή θνητότητα (70-90%) αν δεν γίνει επείγουσα μεταμόσχευση ήπατος.

-Χρόνια ηπατίτιδα

Χρόνια ηπατίτιδα αναπτύσσεται στους ασθενείς που δεν καταφέρνουν να αποβάλλουν τον ιό κατά τη φάση της οξείας ηπατίτιδας. Χρόνια ηπατίτιδα μπορεί να προκαλέσουν μόνο οι ιοί ηπατίτιδας B, D & C και ποτέ οι ιοί της ηπατίτιδας A & E.

Τα συμπτώματα είναι ήπια αν και μπορεί να αναπτυχθεί κόπωση, συνεχίζει ο ερεθισμός και η καταστροφή του ήπατος και αναπτύσσεται κίρρωση με σχεδόν πλήρη καταστροφή της δομής του ήπατος.

Αρχικά τα συμπτώματα είναι ήπια, αλλά όσο επιβαρύνεται η ηπατική νόσος αναπτύσσεται:

  • Ασκίτης με υγρό στην κοιλιά
  • Αιμορραγία από φλέβες, δηλαδή κιρσούς του οισοφάγου
  • Εγκεφαλοπάθεια 
  • Ίκτερος
  • Ηπατική ανεπάρκεια
  • Καρκίνος του ήπατος

Παράγοντες κινδύνου για ιογενείς ηπατίτιδες

Προσωπικό υγείας ή άλλος επαγγελματικός κίνδυνος

Ασθενείς με αιμοδιάλυση

Μεταγγίσεις αίματος και/ή προϊόντων αίματος

Ενδοφλέβια χρήση ουσιών

Σεξουαλικά δραστήριοι ομοφυλόφιλοι άνδρες

Έκθεση κατά την ενασχόληση με τα οικιακά

Υιοθετημένα παιδιά από περιοχές με υψηλή έκθεση

Στενές επαφές

Τρύπημα με βελόνα από μολυσμένο άτομο

Διαφορική διάγνωση ιογενών ηπατίτιδων

Λοιμώδης μονοπυρήνωση

Πρωτοπαθής κακοήθεια ήπατος

Δευτεροπαθής κακοήθεια ήπατος

Ισχαιμική ηπατίτιδα

Φαρμακευτική ηπατίτιδα

Αλκοολική ηπατίτιδα


Διάγνωση ιογενών ηπατίτιδων

-Αύξηση των ενζύμων του ήπατος, δηλαδή των αμινοτρασφερών ή τρανσαμινασών γιατί αυτές απελευθερώνονται στο αίμα από την καθημερινή καταστροφή και αναγέννηση των ηπατοκυττάρων. Βέβαια, οι αυξημένες τρανσαμινάσες δεν σημαίνουν πάντα ιογενή ηπατίτιδα και ο ασθενής χρειάζεται να υποβληθεί σε σειρά εργαστηριακών εξετάσεων για τη διερεύνηση του αιτίου της ηπατικής βλάβης. Σημαντική αύξηση της ALT-SGPT/AST-SGOT ειδικά της SGPT 400 έως χιλιάδες U/L.

Η αύξηση των τρανσαμινασών είναι πολύ μεγάλη σε οξεία ηπατίτιδα (>400IU/L) και ίσως να συνοδεύεται από υψηλή τιμή χολερυθρίνης του ορού και αποβολή χολερυθρίνης στα ούρα (ίκτερος και σκούρα ούρα σαν κονιάκ).

Σε χρόνια ηπατίτιδα παρατηρείται μικρή ή μέτρια αύξηση των τρασαμινασών (<200IU/L) και μόνο σπάνια υπάρχουν εξάρσεις της νόσου με μεγάλες αυξήσεις των τρανσαμινασών που μπορεί να φθάσουν σε επίπεδα οξείας ηπατίτιδας (>400IU/L).

Βιοψία του ήπατος δεν είναι απαραίτητη σε οξεία ηπατίτιδα, αλλά ούτε και σε χρόνια πια για την εκτίμηση της έκτασης της βλάβης του ήπατος, αφού μπορεί να γίνει πια υπερηχογραφικά. Το υπερηχογράφημα ήπατος μπορεί να αποκαλύψει ή να αποκλίσει και την απόφραξη. 

Μαγνητική Τομογραφία Ήπατος απαιτείται.

Παθολογοανατομικά Ευρήματα ιογενών ηπατίτιδων

Αν γίνει βιοψία ήπατος σε χρόνια πάθηση παρατηρούνται: φλεγμονή, νέκρωση, χολόσταση, λιπώδης εκφύλιση, ίνωση, κίρρωση ή χρόνια ενεργός ηπατίτιδα.

-Παρατηρείται μικρή έως μέτρια αύξηση της αλκαλικής φωσφατάσης.

-Η χολερυθρίνη μπορεί να είναι φυσιολογική έως πολύ αυξημένη και αυξάνεται και η συνδεδεμένη και η μη συνδεδεμένη χολερυθρίνη.

-Γίνεται μέτρηση του χρόνου προθρομβίνης και μερικής θρομβοπλαστίνης, αλβουμίνης ορού, ηλεκτρολυτών, γλυκόζης, γίνεται και γενική αίματος και αιμοπετάλια.

Ορολογικοί δείκτες ιογενών ηπατίτιδων

-HAV

Οξεία λοίμωξη ή πρόσφατη λοίμωξη: Anti-HAV IgM

Προηγούμενη λοίμωξη: Anti-HAV IgG

-HBV

Οξεία λοίμωξη ή πρώιμο στάδιο ή φορείς: HBsAg

Οξεία λοίμωξη: Anti-HBc IgM, HBsAg, HBeAg

Χρόνια λοίμωξη: HBsAg, +/-HBeAg

-HCV

Οξεία λοίμωξη ή χρόνια λοίμωξη ή ανάρρωση: Anti-HCV

-HDV

Οξεία λοίμωξη: HDAg, Anti-HDV IgM

Προηγούμενη λοίμωξη: Anti-HDV IgG

-HEV

Δεν υπάρχει δοκιμασία

Οι ασθενείς με βαριά ηπατίτιδα Β πρέπει να εξετάζονται και για επιλοίμωξη με HDV

Το HBeAg δείχνει υψηλή μολυσματικότητα με οριζόντια και κάθετη μετάδοση

Η οξεία εξελισσόμενη HCV λοίμωξη πρέπει να επιβεβαιώνεται με HCV-RNA (για χρόνια HCV)

Στην αρχική οξεία φάση της λοίμωξης από HCV το Anti-HCV μπορεί να είναι αρνητικό και μπορεί να γίνει επανεξέταση σε 3-6 μήνες

Αντισώματα κατά HCV είναι ευαίσθητοι δείκτες για λοίμωξη με HCV, σε ασθενείς με χρόνια HCV, αλλά δεν είναι αρκετά ευαίσθητοι για ασυμπτωματικούς φορείς π.χ. αιμοδότες

Αποκλείστε τη φαρμακευτική ηπατίτιδα

Εξετάστε αν υπάρχει ευαισθησία στο συκώτι που υποδηλώνει ηπατομεγαλία

Ελέγξτε αν υπάρχει ή δεν υπάρχει ίκτερος

Οι δοκιμασίες ηπατικής λειτουργίας στον ορό είναι, συνήθως, αυξημένες πριν αυξηθεί η χολερυθρίνη

Οι βιοχημικοί ορολογικοί δείκτες για κάθε ιό ηπατίτιδας υποδηλώνουν παρούσα ή προηγούμενη λοίμωξη και είναι επαρκείς για τη διάγνωση 90% των ασθενών


Διατροφή για τις ιογενείς ηπατίτιδες

Απαιτείται δίαιτα ηπατοπαθούς:

  • Αποφεύγονται τελείως τα οινοπνευματώδη ποτά και τα ηπατοτοξικά φάρμακα. Τα οινοπνευματώδη ποτά με μέτρο επιτρέπονται 6  μήνες μετά την ίαση της ηπατίτιδας.
  • Επίσης, λόγω της ναυτίας και των στομαχικών ενοχλημάτων, απαιτούνται εύπεπτες τροφές πλούσιες σε υδατάνθρακες και χαμηλές σε λίπος.
  • Απαιτείται η λήψη πολλών υγρών για την αποφυγή αφυδάτωσης.
  • Απαιτείται η διατήρηση φυσιολογικού σωματικού βάρους και οι παχύσαρκοι πρέπει να αδυνατίσουν.

Πότε θα πρέπει οι ασθενείς με ιογενή ηπατίτιδα να ανησυχήσουν;

Απαιτείται ιατρική συμβουλή σε επίμονους εμέτους, ασκίτη και ηπατική εγκεφαλοπάθεια και σε σημαντική παράταση του χρόνου προθρομβίνης.

Γενικά μέτρα θεραπείας των ιογενών ηπατίτιδων:

Η νόσος, συνήθως, αυτοϊάται στην πλειοψηφία των ασθενών.

Η ηπατίτιδα C, συνήθως, απαιτεί ειδική φαρμακευτική θεραπεία, για την εκρίζωση του ιού της ηπατίτιδας και την πρόληψη της ανάπτυξης κίρρωσης και καρκίνου του ήπατος.

Οι ασθενείς με κίρρωση απαιτούν, συνήθως, μεταμόσχευση ήπατος.

Υπάρχουν αντιικά φάρμακα για την ηπατίτιδα B και την ηπατίτιδα C αλλά έχουν πολλές παρενέργειες.

Η απομόνωση είναι απαραίτητη σε εμπόρους τροφίμων με ηπατίτιδα Α ή το προσωπικό υγείας με ηπατίτιδα Β ή C

Σε κεραυνοβόλο οξεία ηπατίτιδα μπορεί να απαιτηθεί μεταμόσχευση του ήπατος

Απαιτείται σωστή χρήση και απομάκρυνση βελονών από το ιατρικό προσωπικό και τους χρήστες ουσιών

Καλή υγιεινή για έμπορους τροφίμων

Η HBV μεταδίδεται σεξουαλικά, ενώ η σεξουαλική μετάδοση της HCV είναι μικρή

Φάρμακα για τις ιογενείς ηπατίτιδες

Η ανασυνδυασμένη ιντερφερόνη άλφα-2b (INFa-2b) και η ριμπαβαρίνη φαίνεται να προκαλούν βελτίωση 25-5-% σε HBV & 40% σε HCV και να μειώνουν τις παθολογικές τιμές των αμινοτρασφερινών σε χρόνια HBV & HCV.

Στη θεραπεία των χρονίων ηπατιτίδων Β και C χρησιμοποιούνται τα τελευταία χρόνια διάφορα φάρμακα, όπως οι ανοσοτροποποιητικοί παράγοντες ιντερφερόνη άλφα και πεγκιντερφερόνη άλφα, η λαμιβουδίνη, η ριμπαβιρίνη μαζί με ιντερφερόνη άλφα ή πεγκιντερφερόνη άλφα, η ιντερφερόνη αλφακόνη 1 και η αδεφοβίρη διπιβοξίλη. Τα αποτελέσματα είναι αρκετά ικανοποιητικά σε ικανό ποσοστό ασθενών και εκφράζονται με κλινική και ιστολογική βελτίωση, καθώς και των δεικτών ενεργότητας της νόσου.

Η ιντερφερόνη άλφα χρησιμοποιείται στη θεραπεία των χρόνιων ηπατοπαθειών B και C. Η χορήγησή της στην χρόνια ηπατίτιδα Β οδηγεί σε παρατεταμένη ύφεση στο 30-40% των ασθενών. Στη χρόνια ηπατίτιδα C χορηγείται μόνη ή σε συνδυασμό με ριμπαβιρίνη και οδηγεί σε παρατεταμένη ύφεση το 5-15% ή το 30-40% αντίστοιχα. Η πεγκιντερφερόνη άλφα, πεγκυλιωμένη μορφή της ιντερφερόνης άλφα, υπερτερεί της απλής και χρησιμοποιείται στη θεραπεία της χρόνιας ηπατίτιδας C, όπως και η ιντερφερόνη αλφακόνη 1. Η χορήγηση της ιντερφερόνης απαιτεί προσεκτική επιλογή των ασθενών και συστηματική παρακολούθηση δεδομένου ότι συνοδεύεται από συχνές και σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες. 

Η ιντερφερόνη άλφα χορηγείται στην ηπατίτιδα C.

Η λαμιβουδίνη και η “τενοφοβίρη δισοπροξίλη” χρησιμοποιείται στη θεραπεία της χρόνιας ηπατίτιδας Β. Χορηγείται από το στόμα και έχει λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες από την ιντερφερόνη. Η μακρόχρονη χορήγησή της, όμως, οδηγεί στην εμφάνιση μεταλλαγμένων στελεχών του ιού. Υπολογίζεται ότι στο τέλος του 1ου έτους χορήγησης μεταλλαγμένα στελέχη ανιχνεύονται στο 15-30% των ασθενών. Δεν είναι γνωστή ή τουλάχιστον επαρκώς τεκμηριωμένη η έκβαση στους ασθενείς αυτούς. 

Η ριμπαβιρίνη χρησιμοποιείται στη θεραπεία της χρόνιας ηπατίτιδας C σε συνδυασμό με ιντερφερόνη ή πεγκιντερφερόνη άλφα και στις σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες της ιντερφερόνης προστίθενται και εκείνες της ριμπαβιρίνης με προεξάρχουσα την αιμόλυση.

Η αδεφοβίρη διπιβοξίλη είναι νουκλεοτιδικό ανάλογο της μονοφωσφορικής αδενοσίνης, το οποίο ενσωματώνεται με το DNA των ηπατοτρόπων ιών και αναστέλλει τις DNA πολυμεράσες. Είναι δραστική έναντι όλων των μορφών του ιού της ηπατίτιδας Β, ανθεκτικών ή όχι στη λαμιβουδίνη. Η θεραπεία συνεχίζεται έως ότου επιτευχθεί ορομετατροπή ή εάν εμφανιστούν σημεία απώλειας της δραστικότητας.

Η εντεκαβίρη είναι νουκλεοσιδικός αναστολέας της ανάστροφης μεταγραφάσης. Εμφανίζει δράση έναντι του ιού της ηπατίτιδας Β αναστέλλοντας τις DNA πολυμεράσες του ιού. Χορηγείται και σε περιπτώσεις ασθενών χωρίς προηγούμενη θεραπεία με νουκλεοσίδια και ασθενών ανθεκτικών στη λαμιβουδίνη.

Παραδείγματα θεραπευτικών σχημάτων:

HBV

5 εκατομμύρια IU/ημέρα ή 10 εκατομμύρια IU 3 φορές την εβδομάδα ενδομυϊκά ή υποδόρια για 16 εβδομάδες. Σε μείωση των κοκκιοκυττάρων ή αιμοπεταλίων γίνεται η μισή δόση. Η θεραπεία χρόνιας HBV παρακολουθείται καλύτερα με μέτρηση HBV-RNA.

HCV

3 εκατομμύρια IU 3 φορές την εβδομάδα ενδομυϊκά ή υποδόρια για 24 εβδομάδες. Αν δεν υπάρχει ανταπόκριση σε 16 εβδομάδες επανεκτίμηση. Αν υπάρχουν χαμηλά επίπεδα ορού HCV-RNA πριν τη θεραπεία, η χρήση HCV-RNA-αλυσιδωτής αντίδρασης πολυμεράσης θα δείξει ποιοι ασθενείς ανταποκρίνονται. Ο ορός πρέπει να διαχωρίζεται από τα ερυθρά. Σε διακοπή, οι τιμές, συχνά, επανέρχονται σε προηγούμενα επίπεδα. Η υποτροπή υποχωρεί με την επαναχορήγηση της θεραπείας σε ασθενείς σε ασθενείς που ανταποκρίνονται σε αυτή. Το 40-50% των ασθενών με HCV που αντιμετωπίσθηκαν με ιντερφερόνη για 6 μήνες μπορεί να παραμείνουν σε ύφεση και μετά τη διακοπή της θεραπείας. Αυτοί με HCV που δεν ανταποκρίνονται σε έναν πρώτο κύκλο με ιντερφερόνη μπορεί να ανταποκριθούν σε έναν δεύτερο κύκλο. Σε λοίμωξη HC θεραπεία γίνεται μόνο σε βαριά ηπατίτιδα και προϊούσα πορεία.

HAV

Σε HAV με χολόσταση πολλοί χορηγούν μικρής διάρκειας αγωγή με κορτικοστερεοειδή.

Η ιντερφερόνη δεν πρέπει να χορηγείται όταν τα αιμοπετάλια είναι < 75.000. Επίσης, αντενδείκνυται σε αλλεργία σε ανοσοσσφαιρίνη μυός, σε πρωτεϊνη αυγού και σε νεομυκίνη.

Η θεραπεία με κορτικοειδή αυξάνει τη νοσηρότητα και τη θνητότητα.

Προσοχή τα φάρμακα για την ηπατίτιδα προκαλούν διαταραχές της πήξης, καταστολή του μυελού, σπασμούς. Δεν πρέπει να χορηγούνται σε αναπαραγωγική ηλικία, στην κύηση και ση γαλουχία.


Ηπατίτιδα Α

Η ηπατίτιδα Α είναι ενδημική με πολύ μεγάλη συχνότητα στις αναπτυσσόμενες χώρες, όπου όλα τα παιδιά προσβάλλονται μέχρι την ηλικία των 10 ετών.

Στις ανεπτυγμένες χώρες οι ενήλικες εκτίθενται, συνήθως, κατά τη διάρκεια ταξιδιών σε χώρες του τρίτου κόσμου.

Η ηπατίτιδα Α είναι συχνή σε κακές υγειονομικές συνθήκες, σε στενό συγχρωτισμό ατόμων και σε κακές κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες.

Η μετάδοση της ηπατίτιδας Α γίνεται μέσω της κοπρανοστοματικής οδού, δηλαδή μέσω των χεριών που μολύνθηκαν από κόπρανα, μολυσμένο νερό και τροφές όπως οστρακοειδή, αλλά και όσοι εργάζονται στην κατασκευή και επεξεργασία τροφίμων.

Η οξεία ηπατίτιδα Α αυτοπεριορίζεται σε μερικές εβδομάδες και σπάνια γίνεται υποτροπή και ποτέ δεν οδηγεί σε χρόνια ηπατίτιδα.

Η νόσος εκδηλώνεται σε 15-50 ημέρες μετά την επαφή του ασθενούς με τον ιό της ηπατίτιδας Α και η μεταδοτικότητα ελαττώνεται μετά την εκδήλωση του ικτέρου, αφού δεν αποβάλλεται ο ιός στα κόπρανα.

Στα παιδιά δεν υπάρχουν συμπτώματα ενώ στους ενήλικες σε αναλογία 1 στους 10 εμφανίζεται ίκτερος.

Για την πρόληψη της ηπατίτιδας Α υπάρχει αποτελεσματικό ειδικό εμβόλιο, που προέρχεται από αδρανοποιημένο  ιό και είναι ασφαλές και χωρίς παρενέργειες. Απαιτούνται 2 δόσεις σε μεσοδιάστημα 6 μηνών που γίνονται ενδομυϊκά στο μπράτσο, στο δελτοειδή μυ και παρέχουν προστασία για 10 χρόνια. 

Οι ομάδες που πρέπει να εμβολιάζονται για την ηπατίτιδα Α είναι όλα τα ευαίσθητα άτομα που έρχονται σε επαφή με ασθενείς με οξεία ηπατίτιδα Α, όσοι πρόκειται να ταξιδέψουν σε χώρες με μεγάλη ενδημικότητα της νόσου, καθώς και οι εργαζόμενοι σε βρεφονηπιακούς σταθμούς, μονάδες καθαριότητας και μονάδες κατασκευής και επεξεργασίας των τροφίμων. 

Στις χώρες με ενδημική ηπατίτιδα Α, συστήνεται, επίσης, σχολαστικό πλύσιμο των χεριών και βρασμός του νερού και των τροφών.

Πρόληψη ηπατίτιδας Α

-Καλό αποχευτευτικό σύστημα και καλή προσωπική υγιεινή

-Παθητική ανοσοποίηση με ανοσοσσφαιρίνη 0,02ml/Kg ενδομυϊκά σε όσους εκτεθούν σε HAV μέχρι 2 εβδομάδες μετά την έκθεση με πρόληψη νόσου 80-90%

-Σε παρατεταμένη έκθεση, όπως, ταξιδιώτες, χορήγηση ανοσοσφαιρίνης 0,02-0,05 ml/Kg ενδομυϊκά κάθε 5 μήνες

 -Χορήγηση ανοσοσφαιρίνης, επίσης, σε άτομα που έχουν στενές επαφές με τους ασθενείς. Σε προσωπικό παιδικών σταθμών και σε παιδιά όταν εμφανισθεί ένα κρούσμα, σε όσους σχετίζονται με πολλά κρούσματα και σε όσους ταξιδεύουν σε περιοχές με μεγάλο επιπολασμό

-Υπάρχει και εμβόλιο για την ηπατίτιδα Α


Ηπατίτιδα Β

Η χρόνια λοίμωξη με ηπατίτιδα Β είναι πολύ συχνή, αφού προσβάλλει το 5% του πληθυσμού της γης.

Στην Ελλάδα η συχνότητα των φορέων είναι 3%, ενώ είναι πολύ αυξημένη μεταξύ των οικονομικών μεταναστών.

Η μετάδοση του ιού της ηπατίτιδας Β γίνεται παρεντερικά και σεξουαλικά, από την επαφή του ατόμου με μολυσμένα βιολογικά υγρά (αίμα, σπέρμα).

Οι συνηθέστεροι τρόποι μετάδοσης του ιού της ηπατίτιδας Β:

  • Ετεροφυλοφιλικές και ομοφυλοφιλικές σεξουαλικές επαφές με ασθενή με χρόνια ηπατίτιδα Β. Είναι ο συνηθέστερος τρόπος μετάδοσης του ιού της ηπατίτιδας Β στους ενήλικες.
  • Ενδοοικογενειακή διασπορά. Μετάδοση από άτομα του ενδοοικογενειακού περιβάλλοντος των μικρών παιδιών, που αποτελεί το σημαντικότερο τρόπο δημιουργίας των ασθενών με χρόνια ηπατίτιδα Β.
  • Κάθετη μετάδοση από τη μητέρα στο παιδί. Σήμερα όλες οι έγκυες μητέρες ελέγχονται για παρουσία ηπατίτιδας Β και σε περίπτωση θετικού αποτελέσματος λαμβάνονται ειδικά μέτρα που προλαμβάνουν τη μετάδοση είναι σήμερα εξαιρετικά σπάνιος λόγω του συστηματικού ελέγχου των αιμοδοτών.
  • Χρήση ενδοφλεβίων ναρκωτικών.
  • Παρεντερική έκθεση σε μολυσμένο αίμα.

Γενικά άτομα υψηλού κινδύνου για ηπατίτιδα Β είναι τα άτομα με στενές επαφές με ασθενείς με χρόνια ηπατίτιδα Β (π.χ. τα παιδιά μητέρων με χρόνια ηπατίτιδα Β και οι σεξουαλικοί σύντροφοι ασθενών με χρόνια ηπατίτιδα Β), οι ομοφυλόφιλοι, οι ετεροφυλόφιλοι με πολλαπλούς (>3) ερωτικούς συντρόφους, οι χρήστες ενδοφλεβίων ναρκωτικών, οι πολυμεταγγιζόμενοι, οι αιμοκαθαιρόμενοι σε μονάδες τεχνητού νεφρού, οι μεταμοσχευμένοι, οι αστυνομικοί, το προσωπικό και οι τρόφιμοι των φυλακών, οι εργαζόμενες στις υπηρεσίες υγείας (γιατροί, οδοντίατροι, νοσηλευτικό προσωπικό, καθαρίστριες, εργαζόμενοι σε διαγνωστικά και ερευνητικά εργαστήρια).

Ο χρόνος επώασης της οξείας ηπατίτιδας Β, δηλαδή ο χρόνος από τη στιγμή της μόλυνσης μέχρι τη στιγμή της εκδήλωσης των συμπτωμάτων είναι 45-120 ημέρες.

Στο 50% των ασθενών και ιδίως στα παιδιά, η οξεία ηπατίτιδα Β δεν συνοδεύεται από ίκτερο και δεν έχει συμπτώματα.

Η οξεία ηπατίτιδα Β στους ενήλικες σε ποσοστό > από 95% αυτοϊάται πλήρως

Η πιθανότητα ανάπτυξης χρόνιας ηπατίτιδας Β εξαρτάται από την ηλικία του ασθενούς. Στα νεογνά η πιθανότητα είναι 95%, στα παιδιά 60% και στους ενήλικες 2-5% και  από τα συμπτώματα, γιατί οι ασυμπτωματικές μεταπίπτουν συχνότερα από τις συμπτωματικές σε χρόνια ηπατίτιδα, γι΄αυτό ο εμβολιασμός όλων των νεογνών και των παιδιών είναι απαραίτητος.

Οι ασθενείς που δεν κατορθώνουν να αποβάλλουν τον ιό της ηπατίτιδας Β κατά τη φάση της οξείας ηπατίτιδας γίνονται χρόνιοι φορείς της ηπατίτιδας Β εφόσον διατηρούν τον ιό στον οργανισμό για περισσότερο από 6 μήνες.

Ένα ποσοστό 30-40% των χρόνιων φορέων του ιού της ηπατίτιδας Β έχουν υψηλό πολλαπλασιασμό του ιού και αναπτύσσουν ενεργό βλάβη του ήπατος και χρόνια ηπατίτιδα Β και ένα ποσοστό αναπτύσσουν  κίρρωση του ήπατος αν δεν γίνει επιτυχής θεραπεία και ένα ποσοστό 25-40% αναπτύσσουν επιπλοκές από την κίρρωση και ηπατοκυτταρικό καρκίνο και καταλήγουν.

Πάντως, οι χρόνιοι φορείς και όσοι έχουν χρόνια ηπατίτιδα Β δεν έχουν συμπτώματα για δεκαετίες μέχρι να εκδηλώσουν συμπτώματα προχωρημένης κίρρωσης του ήπατος, όπως ίκτερος, ασκίτης, ηπατική εγκεφαλοπάθεια και κιρσοί του οισοφάγου, γι’ αυτό όσοι είναι χρόνιοι φορείς πρέπει να ελέγχουν κατά τακτά χρονικά διαστήματα τις τρανσαμινάσες τους για έλεγχο τυχόν χρόνιας ηπατίτιδας οπότε με την θεραπεία να μην αναπτύξουν κίρρωση.

Η διάγνωση βασίζεται στην ανίχνευση του αντιγόνου επιφανείας του ιού της ηπατίτιδας Β στο αίμα, αλλά υπάρχουν και άλλοι δείκτες του ιού της ηπατίτιδας Β που προσδιορίζονται στο αίμα των ασθενών και βοηθούν στη διάκριση της οξείας από τη χρόνια ηπατίτιδα Β, στη διάκριση των διαφόρων φάσεων της χρόνιας ηπατίτιδας και στην ανίχνευση του πολλαπλασιασμού του ιού. Οι εξετάσεις γίνονται σε άτομα με αυξημένες τρανσαμινάσες, σε άτομα υψηλού κινδύνου για ηπατίτιδα Β, σε έγκυες γυναίκες, στα παιδιά των μητέρων με ηπατίτιδα C, σε συγγενείς πρώτου βαθμού (παιδιά, γονείς και αδέλφια) ασθενών με οξεία ή χρόνια ηπατίτιδα Β, σε ασθενείς με χρόνια ηπατίτιδα C ή λοίμωξη με τον ιό του AIDS.

Η θεραπεία της ηπατίτιδας Β γίνεται με φάρμακα που βοηθούν το ανοσοποιητικό σύστημα στη μάχη εναντίον του ιού, όπως οι υποδόριες ενέσεις ιντερφερόνης α και με φάρμακα που εμποδίζουν τον πολλαπλασιασμό του ιού, όπως χάπια λαμιβουδίνης. Τα φάρμακα δεν εκριζώνουν τον ιό, αλλά καθυστερούν την ανάπτυξη κίρρωσης και του ηπατοκυτταρικού καρκίνου. Οι συνδυασμοί φαρμάκων είναι καταλληλότεροι. Οι χρόνιοι φορείς του ιού της ηπατίτιδας Β δεν απαιτείται να κάνει θεραπεία. Θεραπεία γίνεται σε ασθενείς με χρόνια ηπατίτιδα Β και μεγάλο κίνδυνο για ανάπτυξη κίρρωσης.

Η πρόληψη ηπατίτιδας Β στηρίζεται στον εμβολιασμό των βρεφών και των ομάδων υψηλού κινδύνου. Οι ασθενείς με ηπατίτιδα Β δεν πρέπει να μοιράζονται βελόνες ή προσωπικά αντικείμενα με τυχόν αίμα, όπως οδοντόβουρτσες και ξυραφάκια. Σε πολλαπλούς ή άγνωστους ερωτικούς συντρόφους πρέπει να χρησιμοποιείται προφυλακτικό.

Σε περίπτωση έκθεσης στον ιό της ηπατίτιδας Β ενός ευαίσθητου ατόμου, χορηγούνται υψηλές ποσότητες εξουδετερωτικών αντισωμάτων με ειδική υπεράνοση γ σφαιρίνη.

Πρόληψη ηπατίτιδας Β

Ανοσοποίηση για την HBV επιτυγχάνεται με 3 ενδομυϊκές δόσεις από το εμβόλιο της ηπατίτιδας Β 0,5 ml/δόση σε παιδιά κάτω των 11 ετών, 1,0 ml σε ενήλικες σε μεμεσοδιαστήματα 1 και 6 μηνών

Σε άτομα υψηλού κινδύνου χορηγείται HBV ανθρώπινη ανοσοσφαιρίνη μέσα σε 24 ώρες μετά την έκθεση (0,06 ml/Kg) ενδομυϊκά για προφύλαξη

Επίσης, συνιστάται ο έλεγχος όλων των εγκύων γυναικών και εμβολιασμοί όλων των βρεφών στη γέννηση, 2 μηνών, και 6 έως 18 μηνών


Ηπατίτιδα C

Η ηπατίτιδα C είναι συχνή. Στην Ελλάδα το 2% του γενικού πληθυσμού έχουν χρόνια λοίμωξη με τον ιό της ηπατίτιδας C. Η υψηλότερη συχνότητα της ηπατίτιδας C συναντάται σε άτομα ηλικίας 40-60 ετών. Λόγω του υποχρεωτικού ελέγχουν του αίματος και των παραγώγων και τους κανόνες αποστείρωσης οι περιπτώσεις ηπατίτιδας C έχουν ελαττωθεί μετά τα τέλη της δεκαετίας του 1980.

Ο ιός της ηπατίτιδας C μεταδίδεται παρεντερικά, με την επαφή του ατόμου με μολυσμένο αίμα ή παράγωγα αίματος

Τρόποι μετάδοσης του ιού της ηπατίτιδας C:

  • Χρήση ενδοφλέβιων ναρκωτικών. Το 80% ενεργών ή πρώην χρηστών έχουν ηπατίτιδα C.
  • Μετάγγιση αίματος ή παραγώγων του πριν το 1992, γιατί δεν γινόταν έλεγχος αίματος.
  • Αιμοκάθαρση.
  • Τρύπημα με μολυσμένο αίμα ή εργαλεία (2-10%)
  • Μεταμόσχευση οργάνου πριν το 1992.
  • Ιατρικές ή παραϊατρικές πράξεις. Ενέσεις, τατουάζ, τρύπημα σημείων σώματος. Πρέπει να τηρούνται οι κανόνες αποστείρωσης.
  • Γενετήσια μετάδοση. Υπάρχει αυξημένος κίνδυνος σε πολλαπλούς ερωτικούς συντρόφους, σε ομοφυλόφιλους και σε σεξουαλική επαφή κατά την εμμηνορρυσία.
  • Κάθετη μετάδοση από τη μητέρα στο παιδί. Συμβαίνει σε 2-7% και αυξάνει στο 20% όταν η μητέρα έχει και AIDS.
  • Άγνωστος τρόπος μετάδοσης. Το ποσοστό είναι 30-40%.

Ο χρόνος επώασης της οξείας ηπατίτιδας C, δηλαδή ο χρόνος μέχρι την εκδήλωση των συμπτωμάτων από την στιγμή της μόλυνσης είναι 30-90 ημέρες.

Η πλειοψηφία (75-80%) δεν έχει κανένα σύμπτωμα και το 65-85% δεν καταφέρνουν να αποβάλλουν τον ιό κατά την οξεία φάση και αναπτύσσουν χρόνια ηπατίτιδα C.

To 15-20% των ασθενών αναπτύσσουν κίρρωση ήπατος. Ο κίνδυνος κίρρωσης είναι μικρότερος σε νέες γυναίκες και παιδιά και μεγαλύτερος σε μεσήλικες που πήραν την ηπατίτιδα από μετάγγιση. Η ταυτόχρονη λοίμωξη με ηπατίτιδα Β και AIDS και η κατάχρηση αλκοόλ επιταχύνουν την εξέλιξη της χρόνιας ηπατίτιδας C σε κίρρωση. Όσοι έχουν κίρρωση έχουν αυξημένο κίνδυνο για καρκίνο του ήπατος.

Η διάγνωση της ηπατίτιδας C στηρίζεται στην ανίχνευση στο αίμα ειδικών αντισωμάτων εναντίον του ιού της ηπατίτιδας C (anti-HCV). Η μη ανίχνευση τέτοιων αντισωμάτων αποκλείει την ηπατίτιδα C εκτός από την περίοδο της οξείας λοίμωξης που δεν έχουν αναπτυχθεί ακόμη τα αντισώματα και σε ανοσοκατασταλμένους και ασθενείς που κάνουν αιμοκάθαρση που δεν αναπτύσσουν αυτά τα αντισώματα.

Ψευδώς θετικά αντισώματα ηπατίτιδας C παρατηρούνται σε αιμοδότες και απαιτείται PCR. Αν είναι αρνητική πρέπει να επαναληφθεί σε λίγους μήνες. Επίσης, μπορεί να γίνει RIBA (ανοσοκαθήλωση). Αληθή θετικά αντισώματα χωρίς ανιχνεύσιμο ιό έχουν άτομα που νόσησαν από οξεία ηπατίτιδα, αλλά ιάθηκαν και δεν μετέπεσαν σε χρόνια ηπατίτιδα. Στην ηπατίτιδα C αυξάνουν οι τρανσαμινάσες.

Συγχρόνως πρέπει να γίνεται έλεγχος για ηπατίτιδα Β και Α και να εμβολιάζονται σε απουσία φυσικές ανοσίας, αλλά και για AIDS.

Σε αυξημένες τρανσαμινάσες πρέπει να γίνεται προσδιορισμός του τύπο του ιού της ηπατίτιδας C, του γονότυπου. Με βάση του γονότυπου καθορίζονται οι δόσεις και η διάρκεια της θεραπείας των ασθενών με ηπατίτιδα C. Σε γονότυπο 1 ή 4 προσδιορίζεται και η ποσότητα του ιού ηπατίτιδας C στο αίμα (ποσοτικός προσδιορισμός επιπέδων HCV RNA ορού.

Επίσης, γίνεται υπερηχογράφημα ή βιοψία για να προσδιορισθούν οι βλάβες του ήπατος. σε χρόνια ηπατίτιδα ή γονότυπο 1 ή 4.

Έλεγχο για ηπατίτιδα C πρέπει να κάνουν όσοι έχουν αυξημένες τρανσαμινάσες, οι πρώην και ενεργοί χρήστες ενδοφλέβιων ναρκωτικών, όσοι έχουν κάνει μετάγγιση αίματος ή μεταμόσχευση οργάνων πριν το 1992, όσοι κάνουν αιμοκάθαρση, όσοι έχουν εκτεθεί σε μολυσμένα εργαλεία, όσοι είναι ερωτικοί σύντροφοι ατόμων με ηπατίτιδα C και οι ασθενείς με ηπατίτιδα Β, με AIDS ή ηπατική αλκοολική νόσο.

Σε θεραπεία υποβάλλονται οι ασθενείς ανάλογα με το γονότυπο και τη σοβαρότητα των βλαβών σύμφωνα με το υπερηχογράφημα. Θεραπεία πρέπει να κάνουν ασθενείς με χρόνια ηπατίτιδα C που έχουν αυξημένο κίνδυνο για για κίρρωση κι έχουν επίμονα αυξημένες τρανσαμινάσες για να προληφθεί η ανάπτυξη ηπατίτιδας C.

Οι χρήστες ενδοφλεβίων ναρκωτικών πρέπει να κάνουν απεξάρτηση με μεθαδόνη και μετά να γίνεται θεραπεία της ηπατίτιδας C.

Η θεραπεία της ηπατίτιδας C είναι επιτυχής σε 80% των ασθενών με γονότυπο 2 ή 3 και περίπου 50% των ασθενών με γονότυπο 1 ή 4. Απαιτείται συνδυασμένη χορήγηση ιντερφερόνης α με μια ένεση την εβδομάδα και δισκίων ριμπαβιρίνης και τα φάρμακα αυτά χορηγούνται για 6 ή 12 μήνες ανάλογα με το γονότυπο. Απαιτείται παρακολούθηση ασθενών για τυχόν παρενέργειες από τη θεραπεία.

Πρόληψη ηπατίτιδας C

Δεν υπάρχει εμβόλιο για την ηπατίτιδα C

Τα μέτρα πρόληψης για την ηπατίτιδα C:

  • Όσοι έχουν ηπατίτιδα C δεν πρέπει να χρησιμοποιούν και να δίνουν σε άλλους αντικείμενα που μπορεί να έρθουν σε επαφή με το αίμα τους, όπως οδοντόβουρτσες και ξυραφάκια, νυχοκόπτες και αποτριχωτικές συσκευές.
  • Η χλωρίνη είναι απαραίτητη για τον καθαρισμό των αντικειμένων γενικής χρήσης που έρχονται σε επαφή με αίμα ασθενούς με ηπατίτιδα C.
  • Οι ασθενείς με ηπατίτιδα C  πρέπει να χρησιμοποιούν ατομικά σκεύη φαγητού, ατομικές πετσέτες και ατομικές τουαλέτες.
  • Η θεραπεία με μεθαδόνη, η χρήση συριγγών και βελονών μιας χρήσης και η τροποποίηση της συμπεριφοράς θα περιορίσουν τη διασπορά της ηπατίτιδας C στους χρήστες ενδοφλέβιων ναρκωτικών.
  • Σε τρύπημα με βελόνα  δεν γίνεται προληπτική χρήση ανοσοσφαιρίνης ή αντιικών. Γίνεται έλεγχος με αντισώματα για ηπατίτιδα C  και παρουσίας HCV RNA  ορού 2-8 εβδομάδες αργότερα και σε τεκμηρίωση της ηπατίτιδας C είναι χρήσιμη η θεραπευτική παρέμβαση.
  • Η χρήση προφυλακτικών είναι απαραίτητη σε ηπατίτιδα C και πολλαπλούς ερωτικούς συντρόφους, εφήμερες ερωτικές σχέσεις και σε ομοφυλόφιλους.
  • Η εκλεκτική καισαρική τομή ελαττώνει τη  πιθανότητα μετάδοσης της ηπατίτιδας C από τη θετική μητέρα στο νεογέννητο. Στο μωρό γίνεται ανίχνευση  HCV RNA  ορού  μεταξύ 2ου και 6ου μήνα ή με ανίχνευση αντισωμάτων για ηπατίτιδα C μετά τον 15ο μήνα.


Ηπατίτιδα D

Η ηπατίτιδα D μεταδίδεται παρεντερικά, δηλαδή με έκθεση του ατόμου σε μολυσμένο αίμα και προσβάλλoνται τα άτομα που έχουν μολυνθεί από ηπατίτιδα Β. Άρα οι ασθενείς με ηπατίτιδα B πρέπει να ελέγχονται για ηπατίτιδα  D. Πρόληψη της ηπατίτιδας HBV προλαμβάνει και την HDV.


Ηπατίτιδα Ε

Προκαλεί οξεία ηπατίτιδα που μοιάζει μη την οξεία ηπατίτιδα Α.  Πρόληψη της ηπατίτιδας HAV προλαμβάνει και την HEV.

Παρακολούθηση ασθενών με ιογενείς ηπατίτιδες

Τακτικές μετρήσεις των ηπατικών ενζύμων.

Γίνεται τακτική μέτρηση για την εκτίμηση της βελτίωσης ή επιδείνωσης.

Απαιτείται τακτικά να γίνεται υπερηχογράφημα ήπατος και μαγνητική τομογραφία ήπατος.

Απαιτείται παρακολούθηση για μεταβολικές επιπλοκές.

Γίνεται παρακολούθηση γενικής αίματος κι αιμοπεταλίων αν γίνεται ιντερφερόνη.

Γίνεται ποσοτική εκτίμηση RNA ιών για παρακολούθηση απόκρισης και υποτροπών.

Πρόληψη και αποφυγή ιογενών ηπατίτιδων

Έλεγχος των προϊόντων αίματος

Προσεκτική απομάκρυνση των συριγγών από το ιατρικό προσωπικό και τους χρήστες ενδοφλέβιων ουσιών

Επιπλοκές ιογενών ηπατίτιδων

Οξεία ή υποξεία νέκρωση ήπατος

Χρόνια ενεργός ηπατίτιδα

Κίρρωση ήπατος

Ηπατική ανεπάρκεια

Ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα

Πορεία και πρόγνωση ιογενών ηπατίτιδων

Εξαρτάται από τον υπεύθυνο ιό

Η ηπατική εγκεφαλοπάθεια αποτελεί τον φτωχότερο δείκτη πρόγνωσης σε ηπατική ανεπάρκεια

Η HAV προκαλεί ήπια νόσηση, συνήθως, χωρίς ίκτερο, είναι συχνή στα παιδιά, δεν προκαλεί χρόνια ηπατική νόσο και έχει θνησιμότητα < από 1%. Με την ίαση καταλείπεται, συνήθως, ισόβια ανοσία. Τρεις σπάνιες περιπτώσεις είναι: η υποτροπιάζουσα (10%), η χολοστατική και η κεραυνοβόλος.

Η HBV (θνησομότητα 1%) και η HDV (με ίκτερο, θνησιμότητα 2-20%) εμφανίζουν, συνήθως, πιο βαριά συμπτώματα κι εξελίσσονται, συχνά, σε εμμένουσα ή χρόνια ηπατική νόσο, κίρρωση, ηπατική ανεπάρκεια ή ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα. Η ηπατίτιδα Β στα παιδιά είναι πιο οξεία απ΄ ότι στους ενήλικες, μικρότερης διάρκειας, με λιγότερες επιπλοκές και πλήρη, συνήθως, ανάρρωση.

Η HCV ανεξάρτητα από τη βαρύτητα της νόσου, σε > 50% των ασθενών εξελίσσεται σε χρόνια ηπατίτιδα, στο 20% σε κίρρωση και σε μερικούς σε ηπατική ανεπάρκεια.

Σε χρόνια HDV, το 70% αναπτύσσει κίρρωση και η επίπτωση του ηπατοκυτταρικού καρκινώματος είναι χαμηλή.

Η HEV δεν μεταπίπτει σε χρονιότητα.

Οι ιογενείς ηπατίτιδες σχετίζονται, μερικές φορές, με αρθρίτιδα, κνίδωση, νεφρίτιδα από ανοσοσυμπλέγματα, μεμβρανώδης σπειραματοπάθεια, αναιμίες, απλαστική αναιμία, δερματίτιδα, μυοκαρδιοπάθεια. Η HCV επιπλέκεται σποραδικά με ιδιοπαθή μεικτή κρυοσφαιριναιμία και οξεία διαλείπουσα πορφυρία.

Η κατάχρηση οινοπνεύματος αποτελεί βασικό προδιαθεσικό παράγοντα της χρόνιας ηπατικής νόσου από HBV και HCV. Έλεγχος των ορολογικών δεικτών απαιτείται σε ασθενείς με αλκοολική ηπατοπάθεια (κυρίως, ως Anti-HCV).

Ασθενείς με ελαττωμένη ανοσολογική λειτουργία, όπως, ασθενείς που κάνουν χημειοθεραπείες και ακτινοθεραπεία, μπορεί να έχουν πολύ σοβαρά προβλήματα σε λοίμωξη με HBV.

Σε κύηση, πρέπει να γίνεται έλεγχος για HBsAg. Η HBV μεταδίδεται κάθετα, σε ποσοστό < από 10%, αλλά και περιγεννητικά, προκαλώντας φορεία στο 30%, περίπου. Χορηγείται ανοσοσφαιρίνη και εμβόλιο HBV 0,5 ml ενδομυϊκά σε ηικία 1 και 6 μηνών. Μετράτε το HBsAg & HBsAb σε ηλικία 1 έτους για να ανακαλύψετε αν η προφύλαξη πέτυχε (> 95%).

Η συχνότητα κάθετης μεταδόσεως HCV αυξάνει στους φορείς HIV.

Η HEV έχει υψηλή θνητότητα (40%) στις έγκυες γυναίκες στις αναπτυσσόμενες χώρες.

Τα καλύτερα συμπληρώματα διατροφής για τις ιογενείς ηπατίτιδες

Πατήστε, εδώ, για να παραγγείλετε τα καλύτερα συμπληρώματα διατροφής για τις ιογενείς ηπατίτιδες

Η καθοδήγηση για την επιλογή των ποιων συμπληρωμάτων διατροφής, από τα ανωτέρω, θα επιλεγούν για την ασθένειά σας θα γίνει σε συνεννόηση με τον θεράποντα ιατρό.

Διαβάστε, επίσης,

Μοριακός έλεγχος ιογενών ηπατίτιδων

Ενδοηπατική χολόσταση της κύησης

Σε ποιες ασθένειες χρησιμοποιούνται τα πεπτίδια

Εργαστηριακή διαφορική διάγνωση των ικτέρων

Χρήσιμες πληροφορίες για την ηπατίτιδα C

Α1 αντιθρυψίνη

Τέρμα οι βιοψίες ήπατος στην χρόνια ηπατική νόσο

Δίαιτα ηπατοπαθούς

Ηπατονεφρικό σύνδρομο

Νέα θεραπεία για την ηπατίτιδα C

Ηπατίτιδα

Δίαιτα ηπατοπαθούς

Ενδοσκοπική υπερηχογραφία

Κάντε αποτοξίνωση στο συκώτι σας

Έλεγχος για ηπατίτιδα

Αφεψήματα για προφύλαξη από ηπατικές παθήσεις

Να κάνετε την εξέταση για ηπατίτιδα Β

Τα καλύτερα βότανα για το συκώτι σας

Ηπατική τοξικότητα στον καρκίνο

Ηπατίτιδα από φάρμακα

Ηπατίτιδα

Ιολογικός έλεγχος

Όλοι οι παράγοντες κινδύνου για τον καρκίνο στο συκώτι

Διαβάστε τις αρρώστιες του σώματος στο δέρμα

Οι λοιμώξεις που προκαλούν καρκίνο

Οι νέες θεραπείες για την ηπατίτιδα

Ο καρκινικός δείκτης άλφα-φετοπρωτεϊνη

Ο ιός του Έμπολα

Τραυματισμός με βελόνα

www.emedi.gr

 

Print Friendly, PDF & Email
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Χριστός Ανέστη

Χριστός Ανέστη. Ευλογία σε όλο τον κόσμο, ειρήνη, αγάπη, υγεία κι ευτυχία και πορεία με ασφάλεια και σιγουριά Χριστός Ανέστη Η EMEDI σας εύχεται αυτή η...

ΔΗΜΟΦΙΛΗ