Η Λεύκη είναι ένα αυτοάνοσο νόσημα, το οποίο θεραπεύεται εύκολα και μπορεί να παρουσιαστεί, τόσο σε ενήλικες, όσο και σε παιδιά.
Λεύκη
Η λεύκη, ICD-10 L80, είναι μια κοινή επίκτητος δερματοπάθεια που χαρακτηρίζεται από έντονες περιγεγραμμένες αποχρωματισμένες κηλίδες.
Προσβάλλει το 1%-2% του γενικού πληθυσμού.
Πρόκειται για μια διαταραχή της μελάγχρωσης, όπου τα μελανοκύτταρα καταστρέφονται. Η λεύκη μπορεί να εμφανιστεί σε οποιοδήποτε σημείο του σώματος και του προσώπου.
Η λεύκη εκδηλώνεται σε ηλικίες μεταξύ των 10 έως 30 ετών και είναι, συνήθως, εξελισσόμενη. Η πορεία της διαταραχής μπορεί να σταθεροποιηθεί και να παρατηρηθεί αυτόματη μελάγχρωση στο 10% με 20% των περιστατικών, η οποία, όμως, δεν μπορεί να θεωρηθεί αισθητικά επαρκής.
Η λεύκη ταξινομείται σε περιγεγραμμένου και γενικευμένου τύπου διαταραχή.
Η περιγεγραμμένη λεύκη μπορεί να είναι, είτε τμηματική (βλάβες σε δερμοτομική κατανομή), είτε εστιακή (μία ή περισσότερες κηλίδες που δεν περιορίζονται σε δερμοτόμους).
Η αιτία της λεύκης είναι άγνωστη, αλλά η έρευνα υποδεικνύει ότι μπορεί να προκύψει από αυτοάνοσες, γενετικές αιτίες, το οξειδωτικό στρες, νευρικές αιτίες ή ιούς.
Παθογένεια λεύκης
Αν και η ακριβής παθογένεια της λεύκης παραμένει άγνωστη, υφίστανται πολλές υποθέσεις.
Η παλαιότερη και γνωστότερη υπόθεση είναι, ότι η διαταραχή οφείλεται σε μια αυτοάνοση αντίδραση.
Μια πιο πρόσφατη θεωρία υποστηρίζει ότι η καταστροφή των μελανοκυττάρων οφείλεται σε ανωμαλίες των βιοχημικών ή μεταβολικών οδών.
Μια τρίτη θεωρία, η νευρωνική, που βασίζεται σε μελέτες δερμοτομικής παρά στην κατά Blaschko κατανομή της τμηματικής λεύκης, υποστηρίζει ότι η καταστροφή των μελανοκυττάρων οφείλεται σε δυσλειτουργία των συμπαθητικών νεύρων.
-Αυτοάνοση Θεωρία της Λεύκης
Η λεύκη συσχετίζεται και με άλλα αυτοάνοσα νοσήματα, όπως είναι ο διαβήτης τύπου 1, η κακοήθης αναιμία, η νόσος του Addison, ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος, η ρευματοειδής αρθρίτιδα και το πολυαδενικό αυτοάνοσο σύνδρομο. Περαιτέρω ιστολογικές ενδείξεις παρουσιάζουν αυτοάνοση αιτιολογία. Οι βλάβες της λεύκης παρουσιάζουν διηθήσεις φλεγμονωδών κυττάρων, συγκεκριμένα των κυτταροτοξικών και βοηθητικών- Τ κυττάρων, καθώς και των μακροφάγων. Η διήθηση αυτή εντοπίζεται, κυρίως, στο δέρμα που περιβάλλει την αλλοίωση λίγο πριν την κλινική εμφάνιση της λεύκης. Πρόσθετες μελέτες έχουν δείξει ότι οι ασθενείς με λεύκη παρουσιάζουν συχνά υψηλά επίπεδα αντισωμάτων κατά των αντιγόνων μελανοκυττάρων, όπως η τυροζινάση και οι πρωτεΐνες 1 και 2 που σχετίζονται με τη τυροζινάση. Αναλύσεις ελέγχου περιστατικών πληθυσμού έχουν, επίσης, καταδείξει το συσχετισμό της λεύκης με τα αλλήλια ανθρώπινου αντιγόνου ιστοσυμβατότητας (HLA-human leukocyte antigens-αντιγόνα ανθρώπινων λευκοκυττάρων). Χαρακτηριστικά παραδείγματα περιλαμβάνουν το HLA-DR4, το οποίο συσχετίζεται με τα αντισωματοεξαρτώμενα αυτοάνοσα νοσήματα όπως ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1 και το ουλωτικό πεμφιγοειδές, και το HLA-Cw6 που επίσης συσχετίζεται με την ψωρίαση.
Χρωμοσωμικές περιοχές, που συσχετίζονται με την κληρονομικότητα μεταξύ αυτών των συγγενών είναι η θέση 17p13 που ευθύνεται για τη λεύκη και τον ερυθηματώδη λύκο. Επίσης, ορισμένοι πολυμορφισμοί ενός γονιδίου σε αυτή την περιοχή, του γονιδίου NALP1, ενέχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης γενικευμένης λεύκης και αυτοάνοσων νοσημάτων που συσχετίζονται με αυτή.
Το γονίδιο TYR, καθιστά τα μελανοκυττάρα πιο επιρρεπή στο ανοσοποιητικό σύστημα σε λεύκη και σε κακόηθες μελάνωμα. Ως εκ τούτου, τα άτομα με λεύκη από το γονίδιο TYR είναι λιγότερο πιθανό να νοσήσουν από κακόηθες μελάνωμα.
-Μεταβολική/Χημική Θεωρία της Λεύκης
Μια άλλη θεωρία καταστροφής των μελανοκυττάρων υποστηρίζει, ότι οφείλεται σε μεταβολική και βιοχημική δυσλειτουργία. Τα κερατινοκύτταρα και μελανοκύτταρα μπορεί να προκαλέσουν βιοχημικές ανωμαλίες, ιδιαίτερα, στο μεταβολισμό βιοπρωτεϊνών και κατεχολαμινών, οι οποίες αυξάνουν την επιρρέπεια σε είδη αντιδρώντος οξυγόνου και την ανοσολογική κυτταροτοξικότητα. Η θεωρία του οξειδωτικού στρες υποστηρίζεται από μελέτες, που έχουν εντοπίσει μια ανισορροπία στην οξειδοαναγωγική κατάσταση (redox) των μονοπύρηνων κυττάρων του περιφερικού αίματος σε ασθενείς με λεύκη, η οποία αντιστοιχεί στην οξειδοαναγωγική κατάσταση της επιδερμίδας. Επιπλέον, στην επιδερμίδα ασθενών με λεύκη παρατηρούνται αυξημένα επίπεδα υπεροξειδίου του υδρογόνου (Η2Ο2) σε συνδυασμό με χαμηλότερα επίπεδα αντιοξειδωτικής καταλάσης. Μελετητές υποστηρίζουν πως η λεύκη αποτελεί συστηματική νόσο της οξειδοαναγωγικής ανισορροπίας που εκδηλώνεται υπό τη μορφή δερματικών βλαβών.
Είναι πιθανό το οξειδωτικό στρες να προκαλεί ανοσολογική αντίδραση, η οποία να καταλήγει σε θάνατο των μελανοκυττάρων.
Έχει αναφερθεί, ότι το στρες από την υπερβολική έκθεση σε υπεριώδη φωτοθεραπεία (UV-Ultraviolet-Υπεριώδης ακτινοβολία), η επαφή με λευκαντικές φαινόλες, το συναισθηματικό στρες και οι μηχανισμοί τραυματισμού μπορούν να επισπεύσουν την ανάπτυξη της λεύκης. Σε σύγκριση με τα φυσιολογικά, τα μελανοκύτταρα από βλάβες λεύκης παρουσιάζουν αυξημένα επίπεδα πρωτεϊνών θερμικού σοκ 70 (εφεξής HSP).
Οι πρωτεΐνες θερμικού σοκ εκφράζονται από κύτταρα που υφίστανται στρες, δρουν ως συνοδές πρωτεΐνες και αποτρέπουν την απόπτωση των κυττάρων. Συγκεκριμένα, η πρωτεΐνη θερμικού σοκ 70 είναι μοναδική διότι εκκρίνεται από ζωντανά κύτταρα και αφού απελευθερωθεί ενισχύει την πρόσληψη αντιγόνου δενδριτικών κυττάρων, τα ενεργοποιεί και τέλος διεγείρει την ανοσολογική απόκριση των Τ- κυττάρων. Συνοδεύοντας τις πρωτεΐνες και τα πεπτίδια έξω από τα κύτταρα και πιθανώς, απελευθερώνοντας μελανοσώματα με HSP70 θεωρείται ότι ο συνδυασμός της HSP70, με αυτά τα αντιγόνα προκαλεί μια ανοσολογική αντίδραση κατά των μελανοκυττάρων.
-Νευρωνική θεωρία της Λεύκης
Αυτός ο τύπος λεύκης είναι μοναδικός. Εκδηλώνεται, μάλλον, σε δερμοτομική κατανομή και για αυτό το λόγο, θεωρείται ότι ευθύνονται τα τμηματικά νεύρα που νευρώνουν τις προσβεβλημένες περιοχές. Σε μια μελέτη, οι βλάβες της τμηματικής λεύκης παρουσίαζαν 3 φορές υψηλότερα επίπεδα ροής αίματος του φυσιολογικού αντίπλευρου δέρματος. Λόγω του ότι τα συμπαθητικά νεύρα προκαλούν αγγειοσύσπαση, καθώς, ελέγχουν τη ροή του αίματος στο δέρμα, πιστεύεται ότι η λεύκη επάγεται από ανεπαρκή συμπαθητική νεύρωση. Η θεωρία αυτή, υποστηρίζεται από ένα εύρημα σχετικά με τη φυσιολογικά υψηλή απόκριση των αδρενεργικών υποδοχέων στο οξειδωτικό στρες. Η τμηματική λεύκη δεν παρουσιάζει φαινόμενο Koebner (Φαινόμενο Koebner ονομάζεται το φαινόμενο σύμφωνα με το οποίο αν κάποιο άτομο, που έχει εκδηλώσει λεύκη, τραυματιστεί σε κάποιο σημείο του δέρματός του από γρατζουνιά ή κόψιμο ή πάθει έγκαυμα, συμπεριλαμβανομένου και του ηλιακού εγκαύματος, τότε σε αυτό το σημείο θα εμφανίσει λεύκη), δεν αυξάνει σε διαστάσεις μετά το πρώτο έτος και είναι σχετικά επιμένουσα στην αγωγή. Η αποσαφήνιση της πιθανής διαφοράς στην παθογένεια της νόσου επιτρέπει την ανάπτυξη αποτελεσματικότερων θεραπειών.
Που εντοπίζεται η λεύκη
Συχνότερα εντοπίζεται:
• στα άνω βλέφαρα,
• στο λαιμό,
• στα άκρα χέρια,
• στα γεννητικά όργανα,
• στις θηλές των μαστών.
Ο ψυχολογικός αντίκτυπος της λεύκης είναι σημαντικός, ιδίως, για νέους ανθρώπους και πολύ μεγαλύτερος, όταν ο αποχρωματισμός είναι στο πρόσωπο.
Η παραμόρφωση που προκαλεί η λεύκη μειώνει την ποιότητα ζωής και προκαλεί:
- Αύξηση του άγχους.
- Αίσθημα ντροπής και διαφορετικότητας.
- Χαμηλή αυτοεκτίμηση.
Έλεγχος δραστηριότητας της λεύκης
Ενεργός λεύκη-Δείκτης δραστηριότητας–ενεργότητας της λεύκης(Vitiligo Disease Activity Score – VIDA) | ||
Δραστηριότης της λεύκης | Περίοδος | VIDA SCORE |
Ενεργός | 1-6 εβδομάδες | 4 |
Ενεργός | 6 εβδομάδες – 3 μήνες | 3 |
Ενεργός | 3 μήνες – 6 μήνες | 2 |
Ενεργός | 6 μήνες – 12 μήνες | 1 |
Σταθερή | 1 χρόνο και περισσότερο | 0 |
Σταθερή τουλάχιστον 1 χρόνο με αυτόματο επαναχρωματισμό | 1 χρόνο και περισσότερο | -1 |
Η μείωση του score δείχνει καλύτερο έλεγχο της λεύκης |
Προειδοποιητικά μηνύματα λεύκης:
α) Εμφάνιση μόνιμου αποχρωματισμού μετά από γρατζουνιές.
β) Εμφάνιση σπίλου του Sutton, δηλαδή ενός μελαχρωματικού σκούρου σπίλου με ένα λευκό στεφανάκι περιμετρικά (Σπίλοι που περιβάλλονται από υπομελαγχρωματική άλω. Εμφανίζονται στην παιδική και εφηβική ηλικία. Γύρω από έναν προϋπάρχοντα σπίλο αναπτύσσεται ένα άχρωμο στεφάνι που προαναγγέλλει την υποχώρηση του σπίλου μετά από ορισμένους μήνες).
γ) Η αύξηση των αντισωμάτων του θυρεοειδούς.
Η αντιμετώπιση της λεύκης
Η θεραπεία της λεύκης παραμένει συμπτωματική.
Επίσης, η θεραπευτική αντιμετώπιση εξατομικεύεται, πάντα, ανάλογα με την ηλικία του ασθενούς, τη θέση και την έκταση της βλάβης, την παλαιότητα της νόσου, την εποχή του χρόνου κ.λ.π.
- Η έκθεση του δέρματος σε UVB/ultraviolet B radiation/υπεριώδης ακτινοβολία Β φως από λαμπτήρες UVB: είναι η πιο συχνή θεραπεία της λεύκης. Οι θεραπείες μπορεί να γίνουν στο σπίτι. Είναι σημαντικό να γίνεται έλεγχος του χρόνου έκθεσης, έτσι ώστε το δέρμα να μην καεί από την υπερέκθεση. Η θεραπεία μπορεί να διαρκέσει μερικές εβδομάδες και οι συνεδρίες γίνονται κάθε μέρα. Προσθέτοντας ένα ψωραλένιο, έναν φωτοευαισθητοποιητή ή ανοσορρυθμιστικά φάρμακα αυξάνεται η επίδραση του υπεριώδους φωτός. Ο συνδυασμός συμπληρωμάτων βιταμίνης Β12 και φυλλικού οξέος με την έκθεση στον ήλιο, δρα θεραπευτικά.
- Θεραπεία με ψωραλένιο σε συνδυασμό με την έκθεση στον ήλιο (PUVA-Η PUVA είναι μια συνδυαστική θεραπεία που αποτελείται από τη λήψη ενός φαρμάκου PSORALEN (P) και στη συνέχεια την έκθεση του δέρματος σε υπεριώδες φως μακρών κυμάτων (UVA) – εξ ου και ο όρος PUVA. Το Psoralen είναι ένα φάρμακο που κάνει το δέρμα προσωρινά ευαίσθητο στην ακτινοβολία UVA): όταν η πάθηση έχει εμφανιστεί πρόσφατα, σημειώνονται επιτυχίες με το φάρμακο ψωραλένιο (με επάλειψη ή από το στόμα), σε συνδυασμό με την έκθεση στον ήλιο ή με υπεριώδη ακτινοβολία. Το ψωραλένιο είναι ένα φωτοευαίσθητο φάρμακο, το οποίο διεγείρει τη μελάγχρωση. Η θεραπεία αυτή πρέπει πάντα να εφαρμόζεται με καθοδήγηση δερματολόγου, με προστασία των ματιών, έλεγχο αίματος κάθε χρόνο, χρήση αντηλιακών προϊόντων σε κάθε έκθεση στον ήλιο κ.ά. Συνεχίζεται επί αρκετούς μήνες έως δύο χρόνια και έχει επιτυχία στο 70%-80% των περιπτώσεων. Δεν εφαρμόζεται, όμως, στα παιδιά γιατί θεωρείται τοξική.
- Η χρήση φενυλαλανίνης σε συνδυασμό με υπεριώδη ακτινοβολία: η θεραπεία, αυτή, δοκιμάστηκε στο Φωτοβιολογικό Τμήμα της Παν/μιακής Κλινικής του νοσοκομείου «Α. Συγγρός». Έδειξε αρκετά καλά αποτελέσματα, λιγότερο, όμως, ικανοποιητικά από τη φωτοχημειοθεραπεία με το ψωραλένιο. Στην προκειμένη περίπτωση υπάρχει το πλεονέκτημα ότι, επειδή δεν υπάρχουν παρενέργειες, η μέθοδος μπορεί να εφαρμοστεί και σε παιδιά. Επίσης, ένα ακόμα πλεονέκτημα είναι και η μικρότερη ευαισθησία της περιοχής που πάσχει στο φως του ήλιου.
- To laser στη θεραπεία της λεύκης: To laser, αξιοποιώντας στο έπακρο τις θετικές ιδιότητες της υπεριώδους ακτινοβολίας, αποτελεί πλέον ένα νέο όπλο της ιατρικής επιστήμης για την τοπική θεραπευτική αντιμετώπιση της λεύκης. Έτσι, λοιπόν, σήμερα η χρήση του laser με τη μέθοδο Fotovit μπορεί να βοηθήσει – και μάλιστα με πολύ καλά αποτελέσματα στη θεραπεία και της λεύκης.
Το μεγάλο πλεονέκτημα της φωτοθεραπείας με laser είναι ότι ακτινοβολούνται μόνον οι λευκές κηλίδες, δίχως να αγγίζεται το υγιές δέρμα, το οποίο, αν ακτινοβοληθεί, παρουσιάζει άμεση αισθητική επίπτωση.
Πώς όμως επανέρχεται το χρώμα στις λευκές κηλίδες; Με τη δυνατότητα που έχει η μέθοδος Fotovit Laser να ενεργοποιεί τα μελανοκύτταρα – τα κύτταρα, δηλαδή, που παράγουν μελανίνη – από τις γειτονικές υγιείς περιοχές και από τα σημαντικά εξαρτήματα του δέρματος, τις τρίχες. Το αποτέλεσμα αυτό επιτυγχάνεται μέσα σε λίγες εβδομάδες. Συνήθως, χρειάζονται τουλάχιστον 15 συνεδρίες.
Η θεραπεία με laser με τη μέθοδο Fotovit μπορεί να συμπεριλάβει και τη χρήση φαρμακευτικών ουσιών, οι οποίες έχουν αποκλειστικά και μόνο φυτική προέλευση και βοηθούν κι αυτές στη διέγερση των μελανοκυττάρων, ενώ συγχρόνως προστατεύουν το δέρμα από την επίδραση των υπεριωδών ακτινών.
Οι τυχόν παρενέργειες της θεραπείας αυτής περιορίζονται σημαντικά, διότι στέλνεται στην επιδερμίδα μια μικρή, μόνο, δόση υπεριώδους ακτινοβολίας laser, η οποία όμως αρκεί για να διεγείρει τα μελανοκύτταρα.
- Κάποιοι υποστηρίζουν τη θεραπεία με tacrolimus.
- Καμουφλάζ δέρματος: σε ήπιες περιπτώσεις, η λεύκη μπορεί να κρυφτεί με το makeup ή άλλα καλλυντικά.
- Τοπικά προϊόντα: Σε περιπτώσεις εκτεταμένης λεύκης, ορισμένα φάρμακα χρησιμοποιούνται για να έχει το δέρμα ένα πιο ομοιόμορφο χρώμα (μονοβενζόνη, mequinol ή υδροκινόνη). Αντηλιακά πρέπει να χρησιμοποιούνται για την αποφυγή ηλιακών εγκαυμάτων.
- Μεταμόσχευση μελανοκυττάρων: Η διαδικασία πραγματοποιείται λαμβάνοντας ένα λεπτό στρώμα από χρωστικά κύτταρα από την περιοχή των γλουτών του ασθενούς. Τα μελανοκύτταρα, στη συνέχεια, διαχωρίζονται σε ακυτταρικό αιώρημα με καλλιέργεια. Γίνεται δερμοαπόξεση στην περιοχή που αντιμετωπίζεται και το μόσχευμα μελανοκυττάρων εφαρμόζεται. 70%-85% των ασθενών θεραπεύονται.
Φαινόμενο Koebner στη λεύκη
Το δέρμα των ασθενών με λεύκη δεν είναι ιστολογικά φυσιολογικό. Αυτό, διότι η συνεχής τριβή και ο τραυματισμός, αλλά και τα ηλιακά εγκαύματα αυξάνουν την απελευθέρωση νευροπεπτιδίων – ουσιών τοξικών για τα μελανοκύτταρα με αποτέλεσμα την εμφάνιση νέων βλαβών ή την επέκταση της λεύκης ή της ψωρίασης. Η τμηματική λεύκη δεν παρουσιάζει φαινόμενο Koebner.
Έτσι, στις περιοχές με χρόνια τριβή, όπως, οι περιοχές που σχετίζονται με στενά ρούχα, και διάφορα αξεσουάρ, όπως η χρήση του τρίφτη στο μπάνιο, το ακουστικό του τηλεφώνου, το ποντίκι του υπολογιστή κτλ., έχουμε μηχανικό τραυματισμό και εμφάνιση νέων βλαβών.
2 πράγματα λοιπόν πρέπει να θυμούνται όσοι ενδιαφέρονται για την λεύκη.
– Το φαινόμενο Koebner, δηλαδή, την αντίδραση του δέρματος από τον τραυματισμό την τριβή και τον ήλιο – γιατί αυτοί είναι οι σημαντικότεροι παράγοντες επέκτασης της λεύκης.
– Την προστασία του οργανισμού τους, από την ηλιακή ακτινοβολία, το κάπνισμα, διάφορες χημικές ενώσεις της διατροφής, το έντονο στρες και άλλα που προκαλούν βλάβες στις κυτταρικές δομές.
Τα καλύτερα προϊόντα για τις δερματικές παθήσεις
Πατήστε, εδώ, για να παραγγείλετε τα κατάλληλα προϊόντα για τις δερματικές παθήσεις
Η καθοδήγηση για την επιλογή, των ποιων συμπληρωμάτων διατροφής, από τα ανωτέρω, είναι κατάλληλα για την ασθένειά σας θα γίνει σε συνεννόηση με το θεράποντα ιατρό.
Διαβάστε, επίσης, παρόμοια άρθρα που μπορεί να σας ενδιαφέρουν
Οι απαραίτητες βιταμίνες για τη λεύκη