Η τοξικότητα του θαλλίου
Το θάλλιο είναι ένα χημικό στοιχείο με το σύμβολο Τl, ατομικό βάρος 204.38 και ατομικό αριθμό 81.
Αυτό το απαλό γκρι μέταλλο δεν βρίσκεται ελεύθερο στη φύση. Όταν απομονωθεί, μοιάζει με τον κασσίτερο, αλλά αποχρωματίζεται όταν εκτίθεται στον αέρα.
Περίπου 60-70% της παραγωγής θαλλίου χρησιμοποιείται στη βιομηχανία ηλεκτρονικών, και το υπόλοιπο χρησιμοποιείται στη φαρμακευτική βιομηχανία και στην κατασκευή γυαλιού. Επίσης, χρησιμοποιείται σε υπέρυθρους ανιχνευτές. Το ραδιοϊσότοπο θάλλιο-201 χρησιμοποιείται σε μικρές, μη τοξικές δόσεις ως παράγοντας σε μία σάρωση πυρηνικής ιατρικής, κατά τη διάρκεια καρδιακού στρες (σπινθηρογράφημα με θάλλιο, στατικό και δυναμικό).
Τα διαλυτά άλατα θαλλίου (πολλά από τα οποία είναι σχεδόν άγευστα) είναι ιδιαίτερα τοξικά έχουν χρησιμοποιηθεί σαν δηλητήριο για αρουραίους και άλλα τρωκτικά.
Το ραδιενεργό ισότοπο θάλλιο-201, με χρόνο ημίσειας ζωής 73 ώρες, εξακολουθεί να χρησιμοποιείται για τη διαστρωμάτωση του κινδύνου σε ασθενείς με στεφανιαία νόσο. Τα βιώσιμα καρδιακά κύτταρα έχουν φυσιολογική αντλία καλίου και νατρίου. Το Tl + κατιόν δεσμεύεται από την αντλία την K + και μεταφέρεται μέσα στα κύτταρα. Η άσκηση ή η διπυριδαμόλη επάγει τη διεύρυνση (αγγειοδιαστολή) των φυσιολογικών στεφανιαίων αρτηριών. Αυτό κάνει τα στεφανιαία να κλέβουν αίμα από περιοχές όπου οι αρτηρίες έχουν μέγιστη διαστολή. Οι περιοχές εμφράγματος ή και ο ισχαιμιικός ιστός θα παραμείνει ως ”ψυχρή” περιοχή. Το σπινθηρογράφημα με θάλιο υποδεικνύει περιοχές που θα επωφεληθούν από την επαναγγείωση του μυοκαρδίου.
Το θάλλιο και οι ενώσεις του είναι εξαιρετικά τοξικά.
Το επιτρεπόμενο όριο έκθεσης στο θάλλιο στον εργασιακό χώρο, είναι 0,1 mg / m3 από το δέρμα σε μια 8ωρη εργάσιμη ημέρα. Σε επίπεδα 15 mg / m3, το θάλλιο είναι άμεσα επικίνδυνη για τη ζωή και την υγεία.
Η επαφή με το δέρμα είναι επικίνδυνη και πρέπει να παρέχεται επαρκής εξαερισμός όταν λιώνει το μέταλλο αυτό. Οι ενώσεις θαλλίου έχουν υψηλή υδατοδιαλυτότητα και απορροφώνται εύκολα από το δέρμα. Η έκθεση με εισπνοή δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τα 0,1 mg ανά κυβικό μέτρο σε 8 ώρες.
Το θάλλιο είναι καρκινογόνο για τον άνθρωπο.
Η οξεία δηλητηρίαση με θάλλιο προκαλεί συμπτώματα, όπως ναυτία, έμετος, διάρροια, μυρμηκίαση, πόνοι στα άκρα, αδυναμία, κώμα και σπασμούς.
Η χρόνια δηλητηρίαση προκαλεί αδυναμία και πόνους στα άκρα και πολυνευρίτιδα και απώλεια μαλλιών.
Η τοξικότητα συμβαίνει επειδή τα άλατα θαλλίου απορροφούνται εύκολα και γρήγορα. Το μέταλλο συσσωρεύεται στο σώμα με την πάροδο της ηλικίας και οδηγεί σε δυσλειτουργία του αυτόνομου νευρικού συστήματος με ταχυπαλμίες και υψηλή πίεση του αίματος.
Τοξικότητα παρατηρείται και σε βοοειδή που τρώνε φυτά με υψηλά επίπεδα θαλλίου.
Θεραπεία και εσωτερική απολύμανση από το θάλλιο
Μία από τις κύριες μεθόδους για την απομάκρυνση του θαλλίου (τόσο του ραδιενεργού όσο και του κανονικού) από τους ανθρώπους είναι το κυανό της Πρωσίας, ένα υλικό το οποίο απορροφά το θάλλιο (έως και 20 g ανά ημέρα από το στόμα). Η αιμοκάθαρση και αιμοδιάχυση χρησιμοποιούνται, επίσης, για την αφαίρεση του θαλλίου από τον ορό του αίματος. Σε μεταγενέστερο στάδιο της θεραπείας επιπλέον κάλιο χρησιμοποιείται για να κινητοποιήσει το θάλλιο από τους ιστούς.
Το θάλλιο μπορεί να χρησιμεύσει σαν συμπαράγοντας στην ενεργοποίηση ορισμένων ενζύμων, όπως η πυροσταφυλική κινάση κι έτσι σε πολύ χαμηλά επίπεδα μπορεί να λειτουργήσει ωφέλιμα στο σώμα.
Τεχνητές πηγές ρύπανσης με θάλλιο είναι οι αέριες εκπομπές των εργοστασίων τσιμέντου, η καύση άνθρακα στους σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, και τα απόβλητα μετάλλου στο νερό από την έκπλυση του θαλλίου από εργασίες επεξεργασίας μεταλλευμάτων.
Διαβάστε, επίσης,
www.emedi.gr